rubiáceo - ορισμός. Τι είναι το rubiáceo
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι rubiáceo - ορισμός


rubiáceo      
adj.
Botánica. Se dice de plantas dicotiledóneas, que tienen hojas simples y enterísimas, opuestas o verticiladas y con estipulas; flor con el cáliz adherente al ovario, y por fruto una baya, caja o drupa con semillas de albumen córneo o carnoso; como la rubia, el quino y el café. Se utiliza también como sustantivo femenino.
sust. fem. plur.
Botánica. Familia de estas plantas.
rubiáceo      
rubiáceo, -a adj. y n. f. Bot. Se aplica a las *plantas de la misma familia que la rubia, el quino o el cafeto, que son árboles, arbustos y algunas herbáceas de todas las partes del mundo, con *hojas enteras con estípulas, *flores regulares en *inflorescencias y fruto en cápsula, baya o drupa; algunas suministran drogas y tintes, y otras son ornamentales. f. pl. Bot. Familia que forman.
Mémoire sur la famille des Rubiacées         
Mémoire sur la famille des Rubiacées, (abreviado Mém. Rubiac.
Τι είναι rubiáceo - ορισμός